Τα ξανθελάσματα είναι σαφώς ή ασαφώς περιγεγραμμένες βλατίδες ή πλάκες , κίτρινες ή πορτοκαλόχροες, διαφόρου μεγέθους, που εντοπίζονται εκλεκτικά στα άνω και κάτω βλέφαρα, κυρίως στη περιοχή του έσω κανθού, και σε μερικές περιπτώσεις καλύπτουν όλη την επιφάνεια του βλεφάρου. Αποτελούν τον πιο συχνό τύπο δερματικού ξανθώματος. Το μέγεθος τους ποικίλλει από 2 εώς 30 χιλιοστά. Μπορούν να εμφανιστούν συμμετρικά στο άνω και στο κάτω βλέφαρο και των δύο ματιών, αλλά μπορεί να εμφανιστούν και ως μονήρη βλάβη. Έχουν την τάση να αυξάνονται σε μέγεθος, ενώ παρατηρούνται και στα δύο φύλα, με τις γυναίκες να έχουν υψηλότερο ποσοστό εμφάνισης (συνηθέστερα σε γυναίκες της μέσης ηλικίας). Το πρόβλημα που προκαλούν στον ασθενή είναι καθαρά αισθητικής φύσεως.
Τα ξανθελάσματα οφείλονται στην ενδοκυττάρια και ενδοχοριάκη εναπόθεση λιπιδίων. Ο ακριβής μηχανισμός δημιουργίας τους δεν είναι γνωστός. Είναι πιθανόν, οι λιποπρωτεϊνες που υπάρχουν στην κυκλοφορία του αίματος, να διαπερνούν το τοίχωμα των τριχοειδών, να φαγοκυτταρώνονται από τα μακροφάγα, τα οποία καταλήγουν να γίνονται αφρώδη κύτταρα.
Αν και η παρουσία τους προσανατολίζει σε υποκείμενη διαταραχή της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων μόνο σε ένα ποσοστό, κάτω του 50%, ανευρίσκεται και ιδιαίτερα σε νεαρά άτομα. Παράλληλα, η εμφάνιση ομαλών ξανθωμάτων στα οποία ανήκουν τα ξανθελάσματα, μπορεί να παρατηρηθεί σε υποκείμενες ηπατοπάθειες όπως η πρωτοπαθής χολική κίρρωση, αλλά και σε αιματολογικά νοσήματα.
Τα ξανθελάσματα είναι ασυμπτωματικά, δεν προκαλούν πόνο ή κνησμό και δεν επηρεάζουν την όραση. Είναι εντελώς ακίνδυνα και δεν εξελίσσονται σε κακοήθειες.
Τα ξανθελάσματα, συνήθως, δεν προκαλούν καμία λειτουργική διαταραχή και η αντιμετώπισή τους γίνεται μόνο για αισθητικούς λόγους . Σε σπάνιες περιπτώσεις και σε μεγάλα , εκτεταμένα ξανθελάσματα, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν ελαφριά βλεφαρόπτωση στο άνω βλέφαρο και μικρό εκτρόπιο στο κάτω βλέφαρο.
Οι θεραπευτικές επιλογές είναι πολλές:
- Εξάχνωση με υπερπαλμικό CO2 LASER
- Ιστική καταστροφή με ηλεκτροκαυτηρίαση
- Καταστροφή με TCA
- Χειρουργική αφαίρεση και συρραφή με 6/0 και 7/0 ράμμα
- Συνδυασμός χειρουργικής αφαίρεσης και CO2 LASER (φαίνεται να έχει την καλύτερη και ταχύτερη επούλωση)
Η επιλογή της καταλληλότερης θεραπευτική μεθόδου είναι συνάρτηση του μεγέθους του ξανθελάσματος, της εμπειρίας του ιατρού και του εξοπλισμού που το ιατρείο του διαθέτει.
Παράλληλα, συστήνεται προληπτικά, εργαστηριακός έλεγχος για χοληστερίνη, τριγλυκερίδια, ΗDL, LDL και επί συνύπαρξης μεταβολικής διαταραχής, προτείνεται η τήρηση διαιτολογίου και η λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Ο έλεγχος της ηπατικής βιοχημείας και του αιματολογικού προφίλ του ασθενούς κρίνεται επιβεβλημένος ιδιαίτερα σε νεαρά άτομα με αρνητικό οικογενειακό και ατομικό ιστορικό δυσλιπιδαιμίας.
Ναι, έπειτα από αφαίρεση ξανθελάσματος, ο θεράπων δερματολόγος οφείλει σε κάθε περίπτωση, να ενημερώσει τον ασθενή για την πιθανότητα επανεμφάνισής τους, η οποία μπορεί να συμβεί και μέσα στους πρώτους μήνες από την αφαίρεση. Η πιθανότητα επανεμφάνισης τους μεγιστοποιείται σε περίπτωση που ο ασθενής πάσχει από δυσλιπιδαιμία.
Τα ξανθελάσματα είναι δεν εγκυμονούν κινδύνους. Επειδή όμως η εμφάνιση τους σχετίζεται, στις περισσότερες των περιπτώσεων, με αυξημένα επίπεδα χοληστερίνης του αίματος μπορούν έμμεσα να αποκαλύψουν ένα παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου. Γι΄αυτό συνιστάται πάντα ο έλεγχος των επιπέδων χοληστερίνης του αίματος του ατόμου και η επακόλουθη φαρμακευτική ρύθμιση τους σε περίπτωση που αυτά βρεθούν ανεβασμένα. Εντούτοις, σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες, παρουσία ξανθελασμάτων δεν αποτελεί ξεχωριστό επιβαρυντικό παράγοντα για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.